Ένα συμβούλιο δεοντολογίας που επιβλέπει κλινικές δοκιμές στο Ην. Βασίλειο δήλωσε ότι μια ερευνητική ομάδα θα αρχίσει να μολύνει σκόπιμα εθελοντές με τον ιό που προκαλεί COVID-19.
Πρόκειται για ένα παγκόσμιο πείραμα που αποσκοπεί στην επιτάχυνση της έρευνας για εμβόλια κατά της νόσου. Το εν λόγω πείραμα που έχει προκαλέσει πολλές συζητήσεις αποτελεί μια «ανθρώπινη πρόκληση», ως πρώτο βήμα, θα καθορίσει ποιο είναι το χαμηλότερο επίπεδο του κοροναϊού, SARS-CoV-2, που απαιτείται για τη μόλυνση των υγιών, νέων εθελοντών. Στη συνέχεια, οι ερευνητές σκοπεύουν να εμβολιάσουν επιπλέον εθελοντές και να τους εκθέσουν στη προκαθορισμένη «δόση πρόκλησης» με σκοπό να εκτιμήσουν την προστασία τους και τις ανοσολογικές αντιδράσεις που σχετίζονται με αυτήν.
Η πρόκληση του «ανθρώπινου μοντέλου», που χρησιμοποιείται εδώ και πολύ καιρό για τον ιό της γρίπης αλλά και πολλές άλλες μολυσματικές ασθένειες, επιτρέπει τη ταχεία σύγκριση διαφορετικών εμβολίων και παρέχει έναν απλούστερο τρόπο για να προσδιοριστεί γιατί λειτουργούν ή αποτυγχάνουν οι κλινικές δοκιμές μεγάλης κλίμακας που βρίσκονται σε εξέλιξη.
Ο αναπόφευκτος κίνδυνος των δοκιμών πρόκλησης για τον ιό SARS-CoV-2, ωστόσο, είναι ότι η ασθένεια μπορεί να αποβεί θανατηφόρα, ακόμη και σε νέους, υγιείς ανθρώπους χωρίς να υπάρχει ακόμα κάποιο αποδεδειγμένο φάρμακο «διάσωσης» δηλαδή κάποια θεραπεία που να σταματά με αξιοπιστία τη λοίμωξη SARS-CoV-2. Διάφορες ομάδες οι οποίες είναι αντίθετες με αυτή τη πρακτική δηλώνουν ότι ακόμη και μια ήπια λοίμωξη SARS-CoV-2 μπορεί να έχει μακροπρόθεσμες συνέπειες και λένε ότι τα ερωτήματα που θέτει το μοντέλο της ανθρώπινης πρόκλησης, μπορούν επίσης να απαντηθούν μέσω των συμβατικών δοκιμών των εμβολίων.
Ωστόσο, πολλοί άνθρωποι στο Ην. Βασίλειο και αλλού έχουν δηλώσει την προθυμία τους να συμμετάσχουν σε τέτοιες μελέτες. Οι επιστήμονες έχουν δηλώσει ότι παρά την επιτυχία διαφόρων εμβολίων της COVID-19 τους τελευταίους μήνες, οι δοκιμές θα μπορούσαν να προσφέρουν ζωτικές πληροφορίες.
Η ομάδα του Ην. Βασιλείου που πήρε την άδεια για να προχωρήσει θα επιλέξει 90 υγιείς εθελοντές ηλικίας μεταξύ 18 και 30 ετών και, αφού τους εκθέσει σε διάφορες ποσότητες του SARS-CoV-2, θα τους απομονώσει και θα τους παρακολουθεί στενά 24 ώρες την ημέρα. Στα άτομα που μολύνονται θα τους παρέχετε το Remdesivir, ένα φάρμακο εγκεκριμένο σε αρκετές χώρες για τη θεραπεία ατόμων από μολυσματικές ασθένειες που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο COVID-19 ή που έχουν ήδη νοσηλευτεί, λέει ο κύριος ερευνητής της ανοσολογίας Christopher Chiu του Imperial College στο Λονδίνο. «Θα κάνουμε μετρήσεις ιικού φορτίου δύο φορές την ημέρα, ώστε να μπορέσουμε να δούμε αν το Remdesivir έχει αποτελεσματικότητα ως πρώιμη προληπτική θεραπεία».
Το Remdesivir έχει δοκιμαστεί μόνο σε ασθενείς που έχουν νοσηλευτεί, με μικτά αποτελέσματα, αλλά οι ερευνητές του ισχυρίζονται ότι θα λειτουργήσει καλύτερα εάν χορηγηθεί σε άτομα που έχουν εκτεθεί νωρίτερα στη λοίμωξη. Ωστόσο, ακόμη και αν το Remdesivir αποτρέψει την ασθένεια στους εθελοντές, η χορήγηση του φαρμάκου σε άτομα που έχουν εκτεθεί πρώιμα δεν θα μπορούσε να έχει πρακτική εφαρμογή σε μεγάλη κλίμακα επειδή πρέπει να χορηγηθεί, είναι σχετικά ακριβό και οι περισσότεροι άνθρωποι θα έχουν ήπια συμπτώματα ή καθόλου χωρίς θεραπεία.
Οι δοκιμές πρόκλησης θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τη μελέτη εμβολίων που έχουν τροποποιηθεί ώστε να είναι πιο αποτελεσματικά έναντι των πρόσφατα εμφανιζόμενων παραλλαγών του ιού SARS-CoV-2 που μεταδίδονται πιο εύκολα, αποφεύγουν την ανοσολογική απόκριση ή και τα δύο. Η πρώτη μελέτη του Ην. Βασιλείου θα χρησιμοποιήσει τον ιό που απομονώθηκε το καλοκαίρι του 2020, πριν εμφανιστούν τα πιο νέα στελέχη. «Αυτή τη στιγμή εξετάζουμε ποιές παραλλαγές του ίου θα επιδιώξουμε στη συνέχεια ώστε να είναι πιο σχετικές για τη δοκιμή και τη ανακατασκευή των εμβολίων», είπε ο Chiu.
Πηγή: Sciencemag
Ανθή Τζερμπίνου - Stagiaire EEB